Σε μια γωνιά του πλανήτη, ένας κόσμος σφύζει από ευημερία. Στα γυαλιστερά εμπορικά κέντρα, οι βιτρίνες γεμίζουν με προϊόντα που δεν χρειαζόμαστε, αλλά επιθυμούμε.
Στους δρόμους, άνθρωποι πίνουν καφέδες αξίας ενός ολόκληρου μηνιαίου μισθού για κάποιον στην άλλη πλευρά του κόσμου. Κάθε λεπτό που περνά, ο δυτικός κόσμος συνεχίζει να ζει τη ζωή του χωρίς ενοχές, ενώ στην Αφρική, κάθε 60 δευτερόλεπτα, ένα παιδί αφήνει την τελευταία του πνοή από την πείνα.
Δεν πεθαίνουν γιατί δεν υπάρχει φαγητό. Πεθαίνουν γιατί εμείς, οι «πολιτισμένοι», επιλέγουμε να μην το μοιραζόμαστε. Εκατομμύρια τόνοι τροφίμων πετιούνται στα σκουπίδια κάθε χρόνο, την ίδια στιγμή που ένας πατέρας κρατάει στα χέρια του το σκελετωμένο κορμί του παιδιού του, ανήμπορος να κάνει κάτι. Όμως, η πείνα δεν είναι το μόνο πρόβλημα.
Οι χώρες αυτές, οι ίδιες που στερούνται τα βασικά, κρύβουν στα έγκατά τους αμύθητους θησαυρούς: χρυσό, διαμάντια, πετρέλαιο, σπάνιες γαίες, πόρους που ο υπόλοιπος κόσμος διεκδικεί με κάθε μέσο.
Οι δυτικές δυνάμεις έχουν χτίσει έναν μηχανισμό εκμετάλλευσης τόσο καλά καμουφλαρισμένο, που οι περισσότεροι προτιμούν να τον αγνοούν. Πολυεθνικές εταιρείες μπαίνουν στις χώρες αυτές και εξορύσσουν τον πλούτο τους για ένα κομμάτι ψωμί, αφήνοντας πίσω τους περιβαλλοντική καταστροφή και φτώχεια. Οι λαοί δεν βλέπουν ποτέ τα κέρδη που θα μπορούσαν να τους εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον. Το μόνο που λαμβάνουν είναι τα ψίχουλα μιας αχόρταγης βιομηχανίας.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι κυβερνήσεις τους, διεφθαρμένες μέχρι το μεδούλι, αποτελούν τον άλλο πυλώνα αυτής της τραγωδίας.
Οι ηγέτες τους, συχνά υποχείρια ξένων συμφερόντων, εκμεταλλεύονται τον πλούτο των χωρών τους για προσωπικό όφελος. Τα χρήματα που προορίζονται για την εκπαίδευση, την υγεία, και την ανάπτυξη καταλήγουν σε πολυτελείς επαύλεις και ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς.
Οι πολιτικοί, μαριονέτες των πολυεθνικών ή των παλιών αποικιοκρατών, κλείνουν τα μάτια στις ανάγκες των πολιτών τους, διαιωνίζοντας έναν φαύλο κύκλο φτώχειας, ανισότητας και εκμετάλλευσης.
Είναι τρομακτικό το πόσο άνετα μπορεί να ζει ο άνθρωπος όταν δεν κοιτάζει πέρα από τη δική του αυλή. Κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις φωνές των πεινασμένων, γιατί μας ενοχλούν. Τα δάκρυα των μητέρων που βλέπουν τα παιδιά τους να σβήνουν αργά είναι μια πραγματικότητα πολύ σκληρή για να την αντέξουμε. Αντί να την αντιμετωπίσουμε, τη θάβουμε κάτω από τις ανέσεις της καθημερινότητάς μας.
Αγοράζουμε το πιο ακριβό κινητό, ενώ αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να θρέψουν μια ολόκληρη οικογένεια για μήνες. Κάνουμε πολυτελείς διακοπές σε εξωτικούς προορισμούς, αγνοώντας ότι η γη που πατάμε έχει δει αμέτρητους ανθρώπους να πεθαίνουν από την πείνα.
Φαντάσου για μια στιγμή πως αυτό το παιδί που πεθαίνει είναι το δικό σου. Φαντάσου τα άδεια του μάτια να σε κοιτάζουν, ζητώντας κάτι που δεν μπορείς να δώσεις: φαγητό, νερό, ζωή. Ο θάνατός του δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας φυσικής καταστροφής, αλλά μιας ανθρωπότητας που έχει αποτύχει να είναι ανθρώπινη.
Και ο θάνατός του δεν είναι μοναδικός. Είναι ένας από τα εκατομμύρια που χάνονται κάθε χρόνο, θυσία στο βωμό της αδιαφορίας και της απληστίας. Μιλάμε για δικαιώματα, για ανθρωπιά, για ελευθερία. Κι όμως, η ελευθερία αυτή είναι για λίγους.
Ο δυτικός κόσμος αγαπά να λέει πως βοηθά, να δείχνει πως ενδιαφέρεται, αλλά οι αριθμοί δεν ψεύδονται: ενώ εκατομμύρια πεινούν, οι στρατιωτικοί προϋπολογισμοί φτάνουν τρισεκατομμύρια. Πώς γίνεται να κοιμόμαστε τη νύχτα, γνωρίζοντας πως για κάθε δική μας στιγμή ευτυχίας, ένα παιδί πεθαίνει μόνο του, πεινασμένο και ξεχασμένο;
Δεν είναι αργά να αλλάξουμε. Δεν είναι αργά να ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε την αλήθεια. Ο κόσμος μας είναι αρκετά πλούσιος για να θρέψει κάθε παιδί.
Το ερώτημα είναι: θα συνεχίσουμε να ζούμε με την υποκρισία μας ή θα σταματήσουμε αυτή τη γενοκτονία της αδιαφορίας; Το επόμενο λεπτό που θα περάσει, άλλο ένα παιδί θα χαθεί. Το ερώτημα είναι: τι θα κάνεις εσύ για αυτό;